Γράφει ο Δρ Ευάγγελος Στεργιούλης*
Σαφώς και γνωρίζει ο Τούρκος Πρόεδρος ότι οι ενέργειες που επιχειρεί στο Αιγαίο, είναι κατά παράβαση των κανόνων του διεθνούς δικαίου.
Το γνωρίζει ακόμη και η συντριπτική πλειοψηφία του Τουρκικού λαού. Παρά ταύτα, προσπαθεί με κάθε τρόπο, για την ικανοποίηση ιδίων πολιτικών και προσωπικών φιλοδοξιών, να εντείνει τις απειλές του, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο ένα οξύτατο και τεταμένο κλίμα ανησυχίας, τόσο στον ελληνικό λαό όσο και στον τουρκικό λαό.
Αγνοεί, επίσης, επιδεικτικά το γεγονός ότι και οι δύο λαοί δεν επιθυμούν σύγκρουση, αντιθέτως, επιθυμούν να διαβιούν εν ειρήνη, απολαμβάνοντας τη ζωή τους, τον πολιτισμό τους και την πρόοδό τους. Εάν, βεβαίως, αποφασίσει να πραγματοποιήσει τις απειλές του, αναμφίβολα θα υπάρξει πολεμική σύρραξη στην οποία θα χαθούν αδίκως ανθρώπινες ζωές.
Η παγκόσμια ιστορία, ωστόσο, διδάσκει ότι κανένας επιθετικός πόλεμος δεν έλυσε προβλήματα, αντιθέτως δημιούργησε. Τα σύνορα των δύο χωρών έχουν σαφώς καθορισθεί από το 1923 με την υπογραφή της συνθήκης της Λωζάνης, την οποία ο Τούρκος Πρόεδρος και το επιτελείο του αμφισβητούν με κάθε ευκαιρία, επιβεβαιώνοντας τις επεκτατικές βλέψεις τους στο Αιγαίο και υποστηρίζοντας, μάλιστα, ότι τους ανήκει ιστορικά στο ιδεατό πλαίσιο της «γαλάζιας πατρίδας».
Αν, όμως, μελετήσουν προσεκτικά την πολιτισμική ιστορία, θα διαπιστώσουν ότι δεν τεκμηριώνεται καμία απολύτως έννοια περί Τουρκικής «γαλάζιας πατρίδας». Η Οθωμανική Αυτοκρατορία κυριάρχησε σε ολόκληρο το μεσογειακό χώρο, ωστόσο, η Ιστορία δεν αρχίζει και δεν τελειώνει με την αρχή και την πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στην πραγματικότητα, η εδραίωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας λαμβάνει χώρα τον Μεσαίωνα και πολιτισμικά παραμένει απούσα καθ’ όλη την περίοδο της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού, πνευματικά κινήματα που συνέβαλαν καθοριστικά στην εδραίωση του πολιτεύματος της δημοκρατίας στο δυτικό κόσμο.
Από τότε μέχρι και σήμερα προβάλλουν αναπάντητα και καίριας σημασίας ερωτήματα σχετικά με την προσφορά της Τουρκίας στις τέχνες, στα γράμματα και γενικότερα στον παγκόσμιο πολιτισμό, καθώς και για τις τρείς γενοκτονίες (Ελλήνων του Πόντου, Ασσυρίων και Αρμενίων) με τις οποίες βαρύνεται, οι οποίες, παρά τις λυσσαλέες αντιδράσεις της Τουρκίας, έχουν αναγνωρισθεί από διεθνείς οργανισμούς και κοινοβούλια ανεπτυγμένων δημοκρατιών.
Ο ρους της Ιστορίας, λοιπόν, αποδεικνύει ότι οι Αυτοκρατορίες παρέδωσαν τη θέση τους σε Βασίλεια, τα οποία εν συνεχεία παρέδωσαν τη θέση τους στα Έθνη-Κράτη και μέσα από πολυετείς και αναρίθμητους πολέμους και συγκρούσεις, που προκάλεσαν ανείπωτη ανθρώπινη δυστυχία, εδραιώθηκε τελικά η δημοκρατία στο δυτικό κόσμο. Είναι το πολίτευμα που υπηρετεί τις ανθρώπινες αξίες, την πρόοδο και τον πολιτισμό, αξίες τις οποίες ο Τούρκος Πρόεδρος αμφισβητεί με λόγια και έργα. Είναι το πολίτευμα στη βάση του οποίου δομήθηκε ολόκληρο το οικοδόμημα του διεθνούς δικαίου, το οποίο η Τουρκία δεν αναγνωρίζει και συχνά παραβιάζει.
Ο Τούρκος Πρόεδρος οφείλει να μελετήσει την Πολιτισμική Ιστορία των αρχαιοτάτων χρόνων, διότι προσφέρει τεράστιας χρησιμότητας διδάγματα. Θα διαπιστώσει ότι στον ευρύτερο χώρο της Μικράς Ασίας υπήρξαν διάφοροι λαοί που μεγαλούργησαν και τον πολιτισμό των οποίων ακόμη και σήμερα μελετά ολόκληρη η ανθρωπότητα. Και, βέβαια, στα παράλια της Μικράς Ασίας, όταν η Τουρκία δεν υπήρχε ούτε ως λαός ούτε καν ως όνομα, μεγαλούργησε ο ελληνικός πολιτισμός, που ξεκίνησε από το 10ο αιώνα π.Χ με την πρώτη δημιουργία των ελληνικών αποικιών. Ο ελληνικός πολιτισμός που μαζί με τον μετέπειτα ρωμαϊκό πολιτισμό, αποτέλεσαν τη βάση του σημερινού ευρωπαϊκού πολιτισμού, του δυτικού πολιτισμού. Συνεπώς, η Οθωμανική Αυτοκρατορία, την ανασύσταση της οποίας αναπολεί ο Τούρκος Πρόεδρος με αναφορές σε «γαλάζιες πατρίδες», καλύπτει μόνο μία ελάχιστη χρονική περίοδο στην μακραίωνη ιστορία του πολιτισμού, κατά τη διάρκεια της οποίας έχει να επιδείξει μόνο καταστροφές και αιματοχυσίες.
Εάν, εν τέλει, ο Τούρκος Πρόεδρος αποφασίσει να επιτεθεί εναντίον της Ελλάδας, τότε πρέπει να έχει υπόψη του ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται και καλόν είναι να μελετήσει προσεκτικά την Ιστορία του Ηροδότου για να διαπιστώσει πως μία τεράστια δύναμη εξ ανατολών, πολλούς αιώνες πριν, υποτίμησε το μικρό ελληνικό έθνος και τον πολιτισμό του, αλλά τελικά συνετρίβη. Και ας δώσει ιδιαίτερη σημασία στο διάλογο μεταξύ του Μεγάλου Βασιλέως Ξέρξη και του Δημάρατου, που είναι σήμερα επίκαιρος όσο ποτέ άλλοτε: “τη Ελλάδι πενίη μεν αιεί κοτε σύντροφος έστι, αρετὴ δε έπακτος έστι, από τε σοφίης κατεργασμένη και νόμου ισχυρού· τη διαχρεωμένη η Ελλὰς την τε πενίην απαμύνεται και την δεσποσύνην” (Η Ελλάδα παλαιόθεν και ως τώρα ζει συντροφιά με την πενία, αλλά εφοδιάστηκε με αρετή, που κερδήθηκε με τη σοφία και τον κυρίαρχο νόμο· οπλισμένη μ’ αυτήν η Ελλάδα αγωνίζεται εναντίον της πενίας και του δεσποτισμού).-
* Ο κ. Ευάγγελος Στεργιούλης είναι Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου και ε.α. Υποστράτηγος της Ελληνικής Αστυνομίας. Υπηρέτησε στην έδρα της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας-Europol, στη Χάγη και διετέλεσε προϊστάμενος των Εθνικών Υπηρεσιών Interpol και Europol της Ελλάδας. Έχει διδάξει στις Ακαδημίες της Ελληνικής και Κυπριακής Αστυνομίας, καθώς και στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου. Είναι μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Εγκληματολογίας, του Ελληνικού Οργανισμού Πολιτικών Επιστημόνων και ερευνητής του Ελληνικού Ινστιτούτου για τα Ηνωμένα Έθνη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου