ΑΡΩΜΑ ΔΙΑΣΠΑΣΗΣ ΣΤΗ ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗ ΣΥΝΕΝΝΟΗΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΤΣΙΠΡΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΑ ΣΑΡΚΟΖΙ
Του ΑΡΗ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΥ
Η απειλή της διάσπασης, αν όχι του κατακερματισμού, πλανιέται πάνω από τη Νέα Δημοκρατία εν όψει των εσωκομματικών εκλογών αυτής της Κυριακής για την ανάδειξη αρχηγού. Όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα της αναμέτρησης, φαίνεται αμφίβολο αν μπορούν να συνυπάρξουν για πολύ στο ίδιο κόμμα τα δύο στρατόπεδα που διαμορφώνονται, με βασικούς πόλους τους Ευ. Μεϊμαράκη και Απ. Τζιτζικώστα, και με τους Κυρ. Μητσοτάκη και Άδ. Γεωργιάδη σε παραπληρωματικούς ρόλους.
Η διαλυτική ατμόσφαιρα δεν οφείλεται μόνο στις τρεις βαριές εκλογικές ήττες που γνώρισε η Νέα Δημοκρατία το 2015, σε δύο βουλευτικές εκλογές και ένα κρίσιμο δημοψήφισμα. Επιτείνεται από το γεγονός ότι τα παραδοσιακά στηρίγματά της, στην ελληνική ολιγαρχία και στον ξένο παράγοντα, προτιμούν σε αυτή τη φάση να έχουν στην κυβέρνηση τον υποταγμένο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα, θεωρώντας ότι μπορεί να περάσει τα σκληρότατα μνημονιακά μέτρα με τις λιγότερες δυνατές κοινωνικές αντιδράσεις. Το γεγονός αυτό αφαιρεί από την όποια ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας κάθε δυνατότητα άσκησης “αντιμνημονιακής” αντιπολίτευσης, με όρους κοινωνικής δημαγωγίας. Η αξία χρήσης της περιορίζεται στο να πιέζει την κυβέρνηση από ακόμη μνημονιακότερες θέσεις, όπως έδειξε και η στάση της στην κωμικοτραγική αναδίπλωση της κυβέρνησης για το νομοσχέδιο του υποτιθέμενου “παράλληλου προγράμματος”.
Από την άλλη πλευρά, η αστάθεια της κυβερνώσας πλειοψηφίας ενόψει των πολύ δύσκολων νομοσχεδίων που έχει μπροστά της, με κορυφαία δοκιμασία το ασφαλιστικό, εγγράφουν στην ημερήσια διάταξη το ενδεχόμενο απρόοπτων πολιτικών εξελίξεων. Ενόψει αυτού του ενδεχόμενου, ο ηγετικός πυρήνας της Νέας Δημοκρατίας και τα κέντρα που συνδέονται μαζί του, διχάζονται ανάμεσα σε δύο αλληλοαποκλειόμενες στρατηγικές.
Το “Καραμανλικό” στρατόπεδο, που ρίχνει το βάρος του υπέρ του Μεϊμαράκη, προσβλέπει σε κυβερνήσεις ευρύτερης συνεργασίας και σε μια κάποια σύγκλιση με τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα. Από εδώ και τα εγκώμια του Θ. Ρουσσόπουλου, όπως και τα ανοίγματα του Ευρ. Στυλιανίδη – δύο πρώην στενών συνεργατών του Κ. Καραμανλή – στον πρωθυπουργό. Στην απέναντι όχθη, το στρατόπεδο των Σαμαρικών, που υποστηρίζουν τον Τζιτζικώστα, προκρίνει μια σκληρή, εθνικιστική γραμμή “τύπου Σαρκοζί”, προσδοκώντας μια ανασύνθεση του πολιτικού σκηνικού με τη “νέα Νέα Δημοκρατία” να διεκδικεί τον ηγεμονικό ρόλο και όχι εκείνο του ελάσσονος εταίρου του ΣΥΡΙΖΑ.
Ωστόσο, ούτε ο εθνικιστικός λαϊκισμός των “σκληρών” μπορεί να καλύψει, έστω και από αντιδραστικές θέσεις, το αντιπολιτευτικό έλλειμμα της Νέας Δημοκρατίας. Όχι μόνο γιατί δεν απαντά, αλλά αποπροσανατολίζει από το πρόβλημα των προβλημάτων της μνημονιακής Ελλάδας, το κοινωνικό ζήτημα. Αλλά και γιατί η υποτελής ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας δεν τολμά να διαφοροποιηθεί στο ελάχιστο απέναντι στους κυρίαρχους της γερμανικής Ευρώπης, ούτε καν στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας.
Ο Σαρκοζί έχει την πολυτέλεια να χτυπά τον Ολάντ ζητώντας καλύτερες σχέσεις με τη Ρωσία. Ο Ρέντσι αισθάνεται ότι έχει αρκετή δύναμη ώστε να ξιφουλκεί, στη σύνοδο κορυφής της Ε.Ε., εναντίον της Μέρκελ για την ακύρωση του Νότιου Αγωγού και για τις ιταμές πιέσεις εναντίον των Μεσογειακών χωρών για τους πρόσφυγες – δύο θέματα που ενδιαφέρουν ζωηρά την Ελλάδα. Αλλά οι ελληνικές πολιτικές ελίτ, τόσο του ΣΥΡΙΖΑ όσο και της Νέας Δημοκρατίας, ανεξαρτήτως απόχρωσης, καταπίνουν τη γλώσσα τους. Δεν απομένει στους “σκληρούς εθνικιστές” της Δεξιάς παρά μόνο η επίδειξη “πυγμής” στους πρόσφυγες και τις κάθε είδους μειονότητες. Δουλικοί απέναντι στους δυνατούς, θρασείς απέναντι στους αδύναμους. Τ' είχες Γιάννη, τ' είχα πάντα...
iskra
Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2015