Δευτέρα

για το συμφέρον της πατρίδας μας με το μεγάλο παρελθόν και το ζοφερό μέλλον.


7 Μαρ 2016 Ο πόλεμος νομισμάτων ανάμεσα στο δολάριο και στο ευρώ και οι καταστροφικές συνέπειες της ευρωζώνης για την Ελλάδα Ο Καναδός οικονομολόγος Robert Mandell κέρδισε το βραβείο Nobel το 1999 για την ανάλυση της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής υπό διαφορετικά συστήματα συναλλαγματικών ισοτιμιών, σε συνδυασμό με την ανάλυση των άριστων περιοχών νομίσματος (optimal currency areas). Ο ίδιος θεωρείται ως ο πατέρας του ευρώ, αφού υπήρξε ο σχεδιαστής και υπέρμαχος της δημιουργίας του. Αλλά προφανώς δεν είχε προβλέψει τις στρεβλώσεις που επήλθαν από την εισαγωγή ενός κοινού νομίσματος σε χώρες με διαφορετικές οικονομικές δομές, χωρίς την ύπαρξη μιας κεντρικής εξισορροπητικής οικονομικής και πολιτικής ομπρέλας. Γι’ αυτό και πιο πρόσφατα, φαίνεται να αμφιβάλλει για την επιτυχία του όλου εγχειρήματος στην πράξη. Το ίδιο επικριτικοί για την αρνητική λειτουργία της ευρωζώνης είναι το σύνολο σχεδόν των κορυφαίων διεθνών οικονομολόγων, των οποίων οι απόψεις σπάνια προβάλλονται από τα κεντρικά ελληνικά ΜΜΕ. Αλλά και στην πράξη, οι χώρες της ευρωζώνης με πρωταθλήτρια τη Ελλάδα και τις χώρες της περιφέρειας να ακολουθούν, υστερούν σημαντικά σε αναπτυξιακή δυναμική σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο. Η συντεταγμένη μετάβαση στο εθνικό νόμισμα Στην Ελλάδα, η απουσία, ενός ισχυρού πολιτικού φορέα με σοβαρές και εφαρμόσιμες προτάσεις για συντεταγμένη μετάβαση στο εθνικό νόμισμα, έχει οδηγήσει σε έναν ανούσιο και τρομολαγνικό μονόλογο ενάντια σε αυτό που αποτελεί τη μοναδική λύση για έξοδο από την σύγχρονη ελληνική τραγωδία : Το φιλικό και συντεταγμένο Grexit, που βέβαια πρέπει να συνοδευτεί από νοικοκύρεμα της οικονομίας και τους κράτους, με παραγωγική αναδιάρθρωση και στοχευμένη αναπτυξιακή και δίκαιη κοινωνική πολιτική. Το συντεταγμένο Grexit, διαφέρει από την άναρχη έξοδο από το ευρώ που προτείνεται ηρωικά και ανεύθυνα από επαναστάτες της κατσαρόλας, αφού στη δεύτερη περίπτωση, μπορεί να οδηγηθούμε σε εθνική τραγωδία ανάλογη ή και μεγαλύτερη της Μικρασιατικής καταστροφής. Γιατί είναι τουλάχιστον αστείο να θεωρούμε πως μπορούμε να συγκρουστούμε με όλα τα θηρία της δύσης, Γερμανούς, Αμερικάνους και ΣΙΑ, χωρίς πλάτες από αλλού, και να βγούμε ...νικητές. Δυστυχώς με αέρα κοπανιστό δε βάφονται αυγά. Για το φιλικό Grexit, το Βερολίνο μας προικοδοτεί με 50 δις και δεσμεύεται να στηρίξει τη δραχμή υποτιμημένη κατά 25%, κάτι που είναι ιδιαίτερα ευεργετικό για τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της χώρας μας. Φυσικά, η πρόταση είναι διαπραγματεύσιμη για βελτίωση, ειδικότερα όσον αφορά το κούρεμα και την επιμήκυνση των χρεών μας,γεγονός που δεν μπορούν να γίνει μέσα στη ευρωζώνη όπου ισχύουν συγκεκριμένοι μη ανατρέψιμοι κανόνες. Παρ’ όλα αυτά, εμείς κωφεύουμε και θεωρούμε ότι για να προτείνει αυτή τη λύση ο «κακός» Σόϊμπλε, αυτό είναι και κακό για τη χώρα μας. Αρνούμαστε δηλ. να κατανοήσουμε ότι το Βερολίνο προτείνει μια τέτοια λύση όχι φυσικά γιατί ξαφνικά «αγάπησε» την Ελλάδα αλλά για δικούς του λόγους που συνδέονται με τον πόλεμο νομισμάτων μεταξύ του ευρώ και του δολαρίου. Ο πόλεμος νομισμάτων Το Βερολίνο επιμένει στην αυστηρή τήρηση των κανόνων της ευρωζώνης στη σκληρή υφεσιακή πολιτική, γιατί επιδιώκει τη δημιουργία ενός στενού ισχυρού πυρήνα του ευρώ που θα ανταγωνιστεί και θα υποκαταστήσει μερικώς το δολάριο ως ανταλλαγματικό νόμισμα στις διεθνείς συναλλαγές. Αυτός ο ελάχιστα γνωστός «πόλεμος νομισμάτων» ( currency wars) ανάμεσα στο ευρώ και το δολάριο, εξηγεί γιατί οι Γερμανοί επιμένουν στην υψηλή ισοτιμία του ευρώ. Και παράλληλα, επιθυμούν την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη γιατί η τελευταία αδυνατεί να ακολουθήσει τους αυστηρούς κανόνες της λόγω των τεράστιων χρεών της και της διαφορετικής δομής της οικονομίας της. Αν το Βερολίνο δεχτεί την ελάφρυνση των κανόνων της ευρωζώνης για την Ελλάδα, τότε αυτό θα λειτουργήσει ως ντόμινο και για τις άλλες χώρες του νότου, με συνέπεια να χάσει τον πόλεμο νομισμάτων του ευρώ απέναντι στο δολάριο. Αν θέλετε το ευρώ πάση θυσία, τότε θα υποστείτε και όλες τις συνέπειας μιας τέτοιας θυσίας, μας λένε. Αντίθετα η Ουάσιγκτον με τη συνηγορία της Γαλλίας, ενώ θέλει μια αρκετά ισχυρή Γερμανία ως ανάχωμα απέναντι στη Ρωσία, δεν επιθυμεί τη γιγάντωσή της ώστε να αμφισβητηθεί η πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ στο δυτικό κόσμο και στην παγκόσμια οικονομία. Ούτε φυσικά δέχεται να υποκατασταθεί το δολάριο από το ευρώ ως διεθνές αναταλλαγματικό νόμισμα. Δυστυχώς, η ελληνική κυβέρνηση έχει κάνει τη χειρότερη επιλογή για τη χώρα μας, αφού έχει προσκληθεί στην ομπρέλα της Ουάσιγκτον, η οποία για τους λόγους που εξηγήθηκαν επιμένει σε μια χαλαρή ευρωζώνη, γεγονός που εξυπηρετεί η παραμονή μας σ’ αυτήν. Η καταστροφή της ελληνικής οικονομίας από το ευρώ Σήμερα έχουμε μπει στον έβδομο χρόνο ης σύγχρονης ελληνικής τραγωδίας. Η οικονομία μας κατολισθαίνει συνεχώς στην άβυσσο. Και καλούμαστε να καταβάλλουμε ετησίως το αστρονομικό ποσό των 18-20 δις, δηλ. άνω του 10% του ΑΕΠ της χώρας, κάτι που αποτελεί σενάριο έργου ακραίας επιστημονικής φαντασίας. Είναι αδιανόητο φυσικά να καταπολεμηθεί αυτή η πρωτοφανής οικονομική κατάρρευση με τέτοιες λογικές και με περισσότερα μέτρα ύφεσης. Και ειδικότερα σε μια οικονομία της οποία η δομή της είναι εντελώς αναντίστοιχη με ένα σκληρό,υπερτιμημένο νόμισμα όπως το ευρώ. Το υπερτιμημένο ευρώ ευνοεί τις χώρες που παράγουν τεχνολογικά προϊόντα υψηλής τεχνολογίας και καινοτομίας. Από τη στιγμή που ένα νέο προϊόν, λχ ένα καινούριο αποτελεσματικό φάρμακο, κατοχυρώσει την πατέντα παραγωγής του που δεν μπορεί να αντιγραφεί για τουλάχιστον είκοσι χρόνια, το κόστος παραγωγής του είναι ασήμαντο. Αλλά η τιμή πώλησής του είναι πολύ υψηλή με άλογο μεγάλο περιθώριο κέρδους, αφού εμπεριέχει πολύ μικρό κόστος εργασίας και πρώτων υλών. Ένας σύγχρονος μαγνητικός τομογράφος, π.χ. της Seamens, πωλείται πολύ ακριβά γιατί θεωρείται αναγκαία η αγορά του στη διεθνή αγορά. Και σε εξωφρενικά υψηλές τιμές πωλούνται τα ανταλλακτικά του. Επί πλέον, η συγκεκριμένη εταιρεία, όπως και άλλες πολυεθνικές, φροντίζουν να έχουν ένα «καλολαδωμένο» δίκτυο αγοραστών σε όλες τις χώρες. Έτσι το σκληρό, το υπερτιμημένο ευρώ, αυτό το συγκεκαλυμμένο μάρκο, ευνοεί κυρίως χώρες όπως η Γερμανία που επικεντρώνονται στην τεχνολογία και την καινοτομία. Και κερδοσκοπεί από τις ακριβές εξαγωγές τεχνολογικών προϊόντων, τη διαφορά των spreads και τα χαμηλά, από τα μηδενικά ή και αρνητικά επιτόκια καταθέσεων και ομολόγων που συλλέγει μαζικά από όλες τις χώρες, αφού θεωρείται ασφαλής επενδυτικός προορισμός. Αντίθετα η Ελλάδα, παρ’ όλο που διαθέτει ένα τεράστιο επιστημονικό δυναμικό που έχει μεταναστεύσει στο εξωτερικό, έχει ως κύριο παραγωγικό προσανατολισμό τον τουρισμό και τη γεωργία, που απαιτούν παραγωγική διαδικασία έντασης εργασίας. Χρειαζόμαστε δηλ. πολλά εργατικά χέρια,το κόστος των οποίων δεν μπορεί να συμπιεστεί κάτω από ένα ορισμένο επίπεδο,ώστε το συνολικό κόστος παραγωγής να είναι χαμηλότερο ή ίσο με αυτό των ανταγωνιστών μας. Το δωμάτιο ενός ελληνικού ξενοδοχείου, λόγω της υψηλής ισοτιμίας του ευρώ έναντι των άλλων νομισμάτων, στοιχίζει περίπου το διπλάσιο απ’ ότι ένα αντίστοιχο στην Τουρκία, στην Αίγυπτο, στη Βουλγαρία, στη Ρουμανία, στην Ουγγαρία. Λόγω του σκληρού, του ακριβού ευρώ, σε συνδυασμό με την Κοινής Αγροτική Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις αρνητικές επιπτώσεις των επιδοτήσεων, καταστρέφεται η αγροτική μας παραγωγή, όπου η συμμετοχή του κόστους εργασίας ανέρχεται σε 70-80-% του συνολικού κόστους παραγωγής. Τα πορτοκάλια, τα λεμόνια, τα ροδάκινα, τα κεράσια οι ελιές μας πέφτουν από τα δέντρα και σαπίζουν, αφού οι εισαγωγές από τη μακρινή Αργεντινή, το Μαρόκο, την Αίγυπτο,κλπ., είναι φτηνότερες. Ακόμα και ο ποιο χαμηλά αμειβόμενος εργάτης γης που αμείβεται σε ευρώ, Έλληνας ή μετανάστης, στοιχίζει πολύ ποιό ακριβά από ότι σε μια ανταγωνιστική μας χώρα όπου αμείβεται σε υποτιμημένο νόμισμα. Αν ένας εργάτης γης στην Ελλάδα στοιχίζει το λιγότερο 25 ευρώ, στην Τουρκία στοιχίζει σε τούρκικες λίρες που αντιστοιχούν περίπου σε 10-15 ευρώ. Το κόστος ζωής στη γειτονική χώρα είναι χαμηλότερο λόγω της υποτιμημένης τουρκικής λίρας και τα περισσότερα καταναλωτικά είδη που αγοράζει ο Τούρκος εργαζόμενος, είναι επίσης πιο φτηνά. Με άλλα λόγια, η αγοραστική δύναμη των 25 ευρώ στην Ελλάδα αντιστοιχεί σε 12-15 ευρώ στην Τουρκία ή στη Βουλγαρία. Το γεγονός ότι η Βουλγαρία ανήκει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά όχι στην ευρωζώνη, σε συνδυασμό με τη χαμηλή φορολόγηση, έχει οδηγήσει άπειρες ελληνικές εταιρείες να μεταφέρουν εκεί την έδρα τους. Οδηγοί φορτηγών και λεωφορείων από τη Βουλγαρία, αντικαθιστούν Έλληνες συναδέλφους τους με πολύ μικρότερη αμοιβή, αφού το εκεί κόστος ζωής είναι επίσης πολύ χαμηλό. Έλληνες συνταξιούχοι μετακομίζουν στη Βουλγαρία γιατί στη Βουλγαρία η πενιχρή σύνταξή τους σε ευρώ, έχει μεγαλύτερη αγοραστική δύναμη. Πολλοί Έλληνες καταναλωτές στα σύνορα με την Αλβανία,τα Σκόπια, τη Βουλγαρία, την Τουρκία, επισκέπτονται σε μονοήμερα ταξίδια τις χώρες αυτές και προμηθεύονται κάθε είδους φτηνά προϊόντα. Οι διεθνείς συναλλαγματικές ισοτιμίες Εδώ είναι χρήσιμο να εξηγηθεί ότι, ο όρος σκληρό νόμισμα υποδηλώνει ότι η συναλλαγματική ισοτιμία, η αγοραστική δύναμη ενός νομίσματος είναι υπερτιμημένη σε σχέση με ένα άλλο. Αυτό σημαίνει ότι οι χώρες που συναλλάσσονται με ένα σκληρό νόμισμα όπως κυρίως το ευρώ και το ελβετικό φράγκο και κατά δεύτερο λόγο το δολάριο, είναι σε θέση να αγοράζουν φτηνά προϊόντα και υπηρεσίες άλλων χωρών σε σχέση με το επίπεδο ζωής στη χώρα τους. Το σκληρό νόμισμα δυσχεραίνει τις εξαγωγές και διευκολύνει τις εισαγωγές προϊόντων και υπηρεσιών. Το αντίθετο ισχύει με το λεγόμενο μαλακό νόμισμα που είναι υποτιμημένο σε σχέση με το σκληρό. Επισημαίνεται εδώ ότι, οι διεθνείς συναλλαγματικές ισοτιμίες ρυθμίζονται από διεθνείς εμπορικές συμφωνίες αλλά και μέσω της προσφοράς και ζήτησης εξαγόμενων και εισαγόμενων προϊόντων και υπηρεσιών. Στην πράξη όμως, σήμερα οι εμπορικές συμφωνίες έχουν ατονήσει και σημαντικότερο ρόλο έχουν οι πολιτικές που ακολουθούνται από τις κεντρικές τράπεζες των διάφορων χωρών που με διάφορα μέσα και κυρίως με την προσφορά ή απόσυρση συναλλάγματος, τις άμεσες ή έμμεσες επιδοτήσεις των εξαγωγών και τα εμπόδια στις εισαγωγές και τη ρύθμιση των επιτοκίων, επιβάλλουν τεχνικά συμφέρουσες ισοτιμίες για τα νομίσματά τους. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι, η Κίνα, διατηρώντας υπερβολικά χαμηλή την ισοτιμία του γουάν, παρ’ όλες τις εκκλήσεις και διαμαρτυρίες των δυτικών, έχει εισβάλει ορμητικά στις διεθνείς αγορές και σήμερα τα συναλλαγματικά της διαθέσιμα ξεπερνούν τα 4 τρις δολάρια. Η υποτίμηση του Κινέζικου χρηματιστήριου την τελευταία περίοδο, αντανακλά στην πραγματικότητα την πολιτική διολίσθησης του κινέζικου γουάν που υιοθετεί η κυβέρνηση της χώρας για να στηρίξει τις εξαγωγές της. Αυτό την ενδιαφέρει λιγότερο από την προώθηση των εξαγωγών της. Επί πλέον, εκτός από το τεράστιο οικονομικό και πολιτικό μέγεθος της χώρας, οι Κινέζικες τράπεζες ελέγχονται από το κράτος και καμιά πονηρή Goldman Sachs ή διεθνή Funds-Γύπες, δεν είναι σε θέση να κερδοσκοπήσει με το γουάν. Για όσο διάστημα διατηρηθεί ο απόλυτος έλεγχος της χώρας μας από τη στρεβλή ευρωζώνη με το υπερτιμημένο ευρώ και τη σκληρή υφεσιακή πολιτική που επιβάλλει το Βερολίνο, σε συνδυασμό με τις ασθένειες του σύγχρονου άγριου χρηματιστηριακού κεφαλαίου, δεν υπάρχει καμιά περίπτωση να συνέλθει από το κώμα της καταστροφής στο οποίο έχει εγκλωβιστεί. Όλα αυτά είναι καιρός να τα κατανοήσουμε και να ενεργήσουμε κατάλληλα, με σύνεση, όραμα και αποτελεσματικότητα για το συμφέρον της πατρίδας μας με το μεγάλο παρελθόν και το ζοφερό μέλλον. από Theodore Katsanevas