Κυριακή

Η αφωνία των πνευματικών ανθρώπων απέναντι στην κατρακύλα της χώρας


18 Σεπ 2016 Γιώργος Καραμπελιάς Τί ακριβώς κάνουν όλες αυτές οι δεκάδες χιλιάδες των καλλιτεχνών, ηθοποιών, συγγραφέων, λογοτεχνών, εκπαιδευτικών και «πνευματικών ανθρώπων» που στήριξαν -φανατικά ή έστω κριτικά- την άνοδο αυτής της αριστερής ομάδας στην εξουσία; Ακόμα περισσότερο, τί κάνουν εκείνοι οι φίλοι οι οποίοι, όταν κρούαμε τον κώδωνα του κινδύνου για τον τυχοδιωκτικό χαρακτήρα της ανόδου του Τσίπρα, στην κυβερνητική εξουσία, μας καλούσαν να μην δειχνόμαστε τόσο «υστερικοί», «να μη ρίχνουμε νερό στο μύλο της δεξιάς» και να μην είμαστε τόσο κάθετοι στις τοποθετήσεις μου απέναντι στον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ, διότι «ο Αλέξης είναι καλό παιδί κατά βάθος και απλώς περιστοιχίζεται από εθνομηδενιστές»;. Αναρίθμητοι, παλιοί φίλοι στήριξαν τον Τσίπρα, και κάποιοι συνεχίζουν να το κάνουν ακόμα και σήμερα. Στη σαγήνη του νεαρού απατεώνα -και, κατά βάθος, του ίδιου του οπορτουνισμού τους- έπεσαν ακόμα και διανοούμενοι που δεν προέρχονταν από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ανήκαν ακόμα και στον χώρο της ορθόδοξης διανόησης. Μέχρις εδώ θα μπορούσαμε να τα θεωρήσουμε συγγνωστά όλα αυτά, στο πλαίσιο μιας συγκαταβατικής και μετριοπαθούς αντίληψης για τα ανθρώπινα. («Ο άνθρωπος είναι ένα δεμάτι χόρτα, τρίβεται…», γράφει ο Γιώργος Σεφέρης) Πράγματι. Οι άνθρωποι, ακόμα και οι καλύτεροι, συχνά ακολουθούνε το ρεύμα και εξάλλου δεν παρακολουθούν όλοι επισταμένως τα πολιτικά τεκταινόμενα. Τι γίνεται όμως όταν το ίνδαλμά τους αναδεικνύεται στον αρχινταρεβεριτζή των μαφιόζων, όταν ξεπουλάει αδιάντροπα και ανοικτά τις ελληνικές τράπεζες και την ελληνική δημόσια περιουσία στους ξένους, όταν μεταβάλλει την χώρα σταδιακώς σε ένα απέραντο χοτ σποτ, όταν παραδίδει την ενημέρωση στους ολιγάρχες, όταν προχωράει ταχύτατα στην οριστική εκποίηση της Κύπρου, όταν έχει αναδείξει σε προσωπικότητα της πολιτικής ζωής τον Βασίλη Λεβέντη, όταν, όταν… Τι κάνουν όλοι αυτοί, οι έστω «πλανημένοι» και εύπιστοι; Μήπως αποφασίζουν να ενωθούν επιτέλους σε κάποιο κίνημα διαμαρτυρίας; Ή, ακόμα περισσότερο, ένα κίνημα εθνικής σωτηρίας; Όχι. Στη συντριπτική πλειοψηφία τους δηλώνουν «απογοητευμένοι», «απατημένοι» και φροντίζουν να μείνουν όσο περισσότερο γίνεται στις βίλλες και τα νησιά τους, για να πνίξουν τον πόνο τους με υπέροχο κρασί Σαντορίνης σε κάποια μαγευτική ελληνική παραλία. Πολλοί, φίλοι, μετά την απογοήτευσή τους από τον ΣΥΡΙΖΑ έχουν εγκαταλείψει κάθε σκέψη για πολιτικά εγχειρήματα, θεωρούν πως η Ελλάδα, τουλάχιστον σήμερα είναι χαμένη και εν τέλει η μόνη διέξοδος είναι να σώσει κανείς την ψυχή του ή έστω να συνεχίσει ένα έργο πνευματικής αφύπνισης και, κάποτε, αργότερα, ίσως εμφανιστούν και σχετικά πολιτικά κινήματα. Όλοι, καθημερινά ακούμε αναρίθμητες παραλλαγές αυτής της ίδιας ένστασης. «Ακόμα ο κόσμος είναι κουρασμένος, απογοητευμένος, δεν είναι διατεθειμένος για νέα πολιτικά εγχειρήματα, θα πρέπει να ωριμάσουν οι συνθήκες για κάτι ευρύτερο» κ.ο.κ. Όμως, αντίθετα, η επιτάχυνση της παρακμής του ελληνισμού μετά το 2010, και ιδιαίτερα τα δύο τελευταία συριζαίικα χρόνια, υπήρξε τόσο σαρωτική, ώστε δεν αφήνει περιθώριο, για μια αποκλειστική ενασχόληση με μια «δουλειά εμβάθυνσης και προετοιμασίας, για τις γενεές που θα έρθουν». Η συνειδητοποίηση πως ο ελληνισμός αντιμετωπίζει μία κρίση ύπαρξης, κυριολεκτικώς, δεν αφήνει περιθώρια για μια δουλειά βάθους και μακράς διάρκειας χωρίς μια ταυτόχρονη άμεση κινητοποίηση για τη σωτηρία του. Και γι’ αυτό, εξάλλου, εγκαλώ ακόμα και στενούς μου φίλους για «αποστασία». Δεν είναι δυνατόν, όταν η χώρα σου κινδυνεύει, κυριολεκτικώς, με εξαφάνιση, να το παίζεις ουδέτερος ή να περιμένεις πότε θα αντιδράσουν οι περισσότεροι για να αποφασίσεις και εσύ να πάρεις θέση. Γιατί «υποκριτή αδελφέ μου» (“mon hypocrite lecteur , mon semblable, mon frère”) ο τόπος χρειάζεται, την τοποθέτησή σου. Γιατί, όσο κατεβαίνει το επίπεδο του προβληματισμού και της αντιπαράθεσης στη χώρα, όσο κατεβαίνει κατηγορία η χώρα και οδηγείται στη μεταβολή της σε ένα «αποτυχημένο κράτος», τόσο κατεβαίνει και το δικό μας επίπεδο σκέψης και προβληματισμού. Διαβάζω συχνά παλιά κείμενα, δικά μου ή άλλων συγγραφέων της μεταπολίτευσης, και παρατηρώ με τρόμο το πόσο δραματικά έχει υποβιβαστεί το επίπεδο – κατά συνέπεια, και το δικό μου επίπεδο. Μια χώρα σε παρακμή δεν μπορεί στο τέλος παρά να πνίξει στην ασημαντότητα και στις άναρθρες κραυγές, ακόμα και όσους καταγγέλλουν αυτή την παρακμή. Γι’ αυτό, λοιπόν, είναι η ώρα για όλους όσους διατείνονται ότι θέλουν να παίζουν έναν ρόλο διαφωτισμού της κοινωνίας, παρά την μέχρι τώρα αποστασιοποίηση και αποστασία τους, να κάνουν τώρα, έστω την ύστατη στιγμή, το αναγκαίο βήμα. Να πάψουν να ανέχονται φαινόμενα όπως το reality των τηλεοπτικών αδειών και να καταγγείλουν άμεσα και μαζικά την εξαχρείωση της χώρας. Διαφορετικά, θα είναι υπεύθυνοι όχι μόνο για τη συγκυβέρνηση της αριστερής διανόησης με τον Βασίλη Λεβέντη, αλλά και για την είσοδο του Αρτέμη Σώρρα στη Βουλή! Και τότε μπορεί να ανακαλύψουν και τις δικές του αρετές, ή ποιος ξέρει μπορεί να χρησιμοποιήσουν τα θαυματουργά του ομόλογα για να κυβερνήσουν μαζί. Τα λοιπά, οι μεμψιμοιρίες, οι διαφωνίες, οι «κριτικές στηρίξεις», είναι προφάσεις εν αμαρτίαις. Θα τολμήσετε Έλληνες διανοούμενοι; Αν και τώρα μηδίσετε, όπως κάνατε όλα τα προηγούμενα χρόνια, θα αναδειχτούν εν τέλει έστω και πιο επίπονα, μέσα από τους «ανώνυμους» συμπολίτες μας, οι δυνάμεις που θα ακυρώσουν τελεσίδικα την σημερινή κυβερνητική αθλιότητα. Θα ακυρώσουν ταυτόχρονα και εσάς, που δεν αντισταθήκατε, αλλά δια της συνενοχής και των παραλείψεων, φυλακισμένοι «μέσα στην ευρωστία της σαρκός» και τη δειλία σας, φέρατε τους μαφιόζους στην εξουσία. Εμπρός λοιπόν, μετά τον Βαρουφάκη, τον οποίο αναδείξατε πρώτο βουλευτή της χώρας, με τον Λεβέντη για Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης και τον Σώρρα για υπουργό Οικονομικών. από Peter Karakis