09.10.2016
Πώς από τα 301,062 δισ. € του 2009, παρά την αδυσώπητη μνημονιακή λιτότητα που εξόντωσε τον λαό, έφτασε στα 315,170 δισ. με πρόβλεψη το 2017 να πάει στα 318,670 δισ.
Από τον
Μάριο Ροζάκο
Υστερα από 6,5 χρόνια αδυσώπητης μνημονιακής λιτότητας, το δημόσιο χρέος όχι μόνο δεν έχει μειωθεί, αλλά αντιθέτως εξακολουθεί να διογκώνεται, κρατώντας δέσμιες την οικονομία και τη χώρα. Το προσχέδιο του Προϋπολογισμού του 2017, που κατατέθηκε την περασμένη Δευτέρα στη Βουλή, αποκαλύπτει ότι το τέρας του χρέους θα παραμείνει αδάμαστο και τη νέα χρονιά, «σκαρφαλώνοντας» 3,5 δισ. ευρώ ψηλότερα σε σύγκριση με φέτος.
Το χειρότερο, όμως, είναι πως, αν δεν συμφωνηθούν δραστικά μέτρα ελάφρυνσής του, η κατάσταση θα επιδεινωθεί και σε τρεις δεκαετίες θα αγγίζει το 200% του ΑΕΠ, σύμφωνα με την τελευταία σχετική έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) τον περασμένο Μάιο. Το ζήτημα αυτό περιλαμβάνεται στην καυτή ατζέντα των συζητήσεων που διεξάγονται από προχθές Παρασκευή έως σήμερα στην Ουάσινγκτον, στο περιθώριο της φθινοπωρινής Συνόδου του ΔΝΤ.
Η χώρα μας οδηγήθηκε στο πρώτο Μνημόνιο τον Μάιο 2010, επί κυβερνήσεως Γιώργου Παπανδρέου, έχοντας στην πλάτη της χρέος ύψους 301,062 δισ. ευρώ στα τέλη του 2009. Από την άνοιξη του 2010 μέχρι σήμερα εισέπραξε δανειακές δόσεις συνολικού ύψους 255,7 δισ. ευρώ από τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της ευρωζώνης, τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM) και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), προκειμένου να αποπληρώσει ομόλογα που έληγαν και άλλες υποχρεώσεις καθώς και να χρηματοδοτήσει μέρος του ελλείμματος του Προϋπολογισμού της. Παράλληλα, τμήμα των δανείων του δεύτερου και του τρίτου Μνημονίου χρησιμοποιήθηκε για να εξοφληθεί σταδιακά το δάνειο που χορήγησε το ΔΝΤ στην Ελλάδα στο πλαίσιο του πρώτου Μνημονίου (20,1 δισ. ευρώ, συν τόκοι).
Υστερα από έναν τέτοιου μεγέθους δανεισμό, επόμενο ήταν ότι το χρέος θα έχει διευρυνθεί. Το προσχέδιο του Προϋπολογισμού του 2017 εκτιμά ότι η φετινή χρονιά θα κλείσει με χρέος 315,170 δισ. ευρώ. Δηλαδή, σε απόλυτους αριθμούς το τέρας μεγάλωσε κατά 14,108 δισ. ευρώ ή 4,7% σε σχέση με το τέλος του 2009, παρά τις αλλεπάλληλες φοροκαταιγίδες και τις περικοπές δαπανών που επιβλήθηκαν στη διάρκεια των τριών Μνημονίων. Ετσι, αποδεικνύεται ότι οι αιματηρές θυσίες των Ελλήνων πολιτών δεν είχαν αντίκρισμα στο πεδίο του χρέους. Πολύ πιο δραματική είναι φυσικά η εικόνα, αν εστιάσει κανείς στον λόγο χρέους/ΑΕΠ. Η σωρευτική ύφεση, που έφθασε το 26% και μόνο σε εποχές πολέμων έχει προηγούμενο, εκτόξευσε το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ από το 126,7% το 2009 στο 178,9% φέτος. Πρόκειται για αύξηση της τάξεως του 41,2%.
Σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, το βουνό του χρέους προβλέπεται ότι θα συνεχίσει να ψηλώνει. Το προσχέδιο του νέου Προϋπολογισμού εκτιμά ότι το 2017 θα καταγραφεί νέο άλμα ύψους 3,5 δισ. ευρώ, ποσό που ελάχιστα υπολείπεται από το σύνολο του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) που βεβαιώνεται κάθε χρόνο από την Εφορία στους ιδιοκτήτες ακινήτων. Ειδικότερα, το προσχέδιο προβλέπει ότι το χρέος θα διαμορφωθεί την προσεχή χρονιά στα 318,670 δισ. ευρώ και ότι μόνο ως ποσοστό του ΑΕΠ θα μειωθεί, πέφτοντας από το 178,9% φέτος στο 174,8% το 2017, χάρη στην προσδοκώμενη ανάπτυξη ύψους 2,7%. Το πώς θα επιτευχθεί τέτοιου ύψους ανάπτυξη μέσα σε ένα περιβάλλον υπερφορολόγησης, έλλειψης επενδύσεων, πολιτικής ρευστότητας και διεθνούς αστάθειας είναι απορίας άξιον...
Σημειωτέον ότι από την είσοδο της Ελλάδας στα Μνημόνια το 2010 μέχρι και την προσεχή χρονιά, το χρέος χρόνο με τον χρόνο διογκώνεται, με μόνο τρεις εξαιρέσεις:
1. Το 2012, που διαμορφώθηκε στα 305,094 δισ. ευρώ και μειώθηκε κατά 51,195 δισ. ευρώ (14,4% επί του συνόλου) σε σύγκριση με το 2011, λόγω του πολυδιαφημισμένου «κουρέματος» των ομολόγων που βρίσκονταν στα χέρια του ιδιωτικού τομέα (PSI). Ως ποσοστό του ΑΕΠ περιορίστηκε από το 172,1% στο 159,6%. Ο τέως πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελος Βενιζέλος, που ως υπουργός Οικονομικών έβαλε την υπογραφή του στο PSI, επαίρεται ακόμα και σήμερα για το «κούρεμα», επαναλαμβάνοντας σε κάθε ευκαιρία ότι ήταν «η μεγαλύτερη διαγραφή χρέους στην ιστορία» και ότι διεγράφη χρέος ύψους 197 δισ. ευρώ, την ώρα που το σύνολο του ελληνικού χρέους ήταν 368 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, για να διαγραφούν τα 197 δισ. ευρώ, η Ελλάδα δανείστηκε από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) 30 δισ. ευρώ για την αγορά βραχυπρόθεσμων ομολόγων του EFSF, τα οποία δόθηκαν στους ιδιώτες που κατείχαν ελληνικά ομόλογα, άλλα 50 δισ. ευρώ για να ανακεφαλαιοποιήσει τις τράπεζές της λόγω της ζημιάς που υπέστησαν από το «κούρεμα» των ομολόγων που κατείχαν, τα ασφαλιστικά ταμεία της χώρας μας επιβαρύνθηκαν με ζημιές 12 δισ. ευρώ εξαιτίας του «κουρέματος» των ομολόγων που διέθεταν στα χαρτοφυλάκιά τους, ενώ άλλα 5 δισ. ευρώ διατέθηκαν για την καταβολή δεδουλευμένων τόκων παλαιότερων ομολόγων που ανταλλάχθηκαν με νέα στο πλαίσιο του PSI.
Συνολικά, δηλαδή, η διαγραφή του 2012 στοίχισε 97 δισ. ευρώ. Αν στο ποσό αυτό προστεθούν τα 62 δισ. ευρώ της ονομαστικής αξίας των νέων ομολόγων που εξέδωσε η Ελλάδα σε αντικατάσταση εκείνων που «κουρεύτηκαν», προκύπτει ότι το πραγματικό, καθαρό όφελος από το PSI ήταν μόλις 38 δισ. ευρώ! Επιπλέον, οικονομική καταστροφή υπέστησαν χιλιάδες μικροομολογιούχοι, το ελληνικό χρέος διέπεται πλέον από το αγγλικό δίκαιο σχεδόν στο σύνολό του και από ιδιωτικό χρέος μετετράπη στη συντριπτική πλειονότητά του σε διακρατικό, καθιστώντας τη χώρα εξαρτημένη από τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της ευρωζώνης που τη δανειοδότησαν.
2. Το 2014, που κατέγραψε ισχνή μείωση της τάξεως των 792.000.000 ευρώ, σε σχέση με το 2013 και έκλεισε στα 319,718 δισ. ευρώ. Και πάλι, όμως, εμφανίστηκε να μεγαλώνει ως ποσοστό του ΑΕΠ, εξαιτίας της ύφεσης (από το 177,7% το 2013, έφθασε το 180,1% το 2014).
3. Το 2015, που περιορίστηκε στα 311,452 δισ. ευρώ, μειωμένο κατά 8,266 δισ. ευρώ συγκριτικά με το 2014. Η διαφορά αυτή οφειλόταν, ωστόσο, σχεδόν αποκλειστικά στο οκτάμηνο «πάγωμα» των εκταμιεύσεων από τους δανειστές μας, λόγω των θυελλωδών διαπραγματεύσεων που οδήγησαν στην ανεπιτυχή ολοκλήρωση του δεύτερου Μνημονίου και, εν συνεχεία, στην υπογραφή του τρίτου Μνημονίου το περυσινό καλοκαίρι.
Συνεχής εφιάλτης έως το 2060!
Για τα επόμενα χρόνια και με βάση τα σημερινά δεδομένα, το χρέος δεν αναμένεται να εμφανίσει σημαντική αποκλιμάκωση ως απόλυτο μέγεθος, αλλά η προσδοκώμενη επιστροφή της Ελλάδας σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης προβλέπεται να το περιορίσει ως ποσοστό του ΑΕΠ. Η τελευταία έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, την οποία συνέταξε το ΔΝΤ τον περασμένο Μάιο, προβλέπει ότι -χωρίς ελάφρυνση- το χρέος θα διαμορφωθεί στο 168,6% του ΑΕΠ το 2020 και στο 159,1% το 2030. Η συνέχεια, όμως, προδιαγράφεται εφιαλτική, καθώς το 2045 υπολογίζεται ότι θα εκτιναχθεί στο 196,9% και το 2060 θα σπάσει τα κοντέρ, φθάνοντας το 293,8% του ΑΕΠ! Ακόμα και η Ιαπωνία, που είναι η χώρα με το μεγαλύτερο χρέος σε σχέση με το παραγόμενο εθνικό προϊόν της, έχει σήμερα χρέος ύψους περίπου 230% του ΑΕΠ. Είναι, λοιπόν, περισσότερο από προφανές ότι χωρίς μέτρα ελάφρυνσης του χρέους η ελληνική οικονομία δεν θα μπορέσει να ορθοποδήσει.
Το αμαρτωλό swap που συνυπολογίστηκε και προπληρώθηκε με ελέω Τόμσεν
Η μεγάλη πληγή του χρέους δεν διευρύνθηκε κατά τη μνημονιακή περίοδο μόνο εξαιτίας του δυσθεώρητου ύψους των νέων δανείων που έλαβε η Ελλάδα, αλλά και λόγω των παρασκηνιακών μεθοδεύσεων που προηγήθηκαν της υπογραφής του πρώτου Μνημονίου.
Οπως αποκάλυψε η «κυριακάτικη δημοκρατία» στις 11 Σεπτεμβρίου 2016 με πρωτοσέλιδο αναλυτικό ρεπορτάζ, το 2010 ο τότε επικεφαλής του ΔΝΤ για το ελληνικό πρόγραμμα και νυν διευθυντής του Ευρωπαϊκού Τμήματος του Ταμείου Πολ Τόμσεν υποχρέωσε να συνυπολογιστεί στο χρέος της χώρας μας και να πληρωθεί προκαταβολικά το περιβόητο swap που είχε γίνει επί κυβέρνησης Σημίτη! Ετσι, η χώρα βρέθηκε να πληρώνει 5 δισ. ευρώ ετησίως το διάστημα 2010-2014 για μια οικονομική συμφωνία, της οποίας το αποτέλεσμα θα φανεί το 2030.
Η λέξη swap σημαίνει ανταλλαγή. Το 2000 η κυβέρνηση Σημίτη αποφάσισε να συνάψει μια συμφωνία ανταλλαγής χρέους (swap), η οποία θα επέτρεπε στη χώρα να εκπληρώσει τις προϋποθέσεις ένταξης στην ΟΝΕ, παρακάμπτοντας το γεγονός ότι το χρέος έφθανε τότε το 103,5% του ΑΕΠ. Η συμφωνία θεώρησε νοητό, αριθμητικό κεφάλαιο το σύνολο των υποχρεώσεων της Ελλάδας, το αντάλλαξε από δολάρια σε γεν με αντισυμβαλλόμενο την Deutsche Bank και διαμεσολαβητή την Goldman Sachs, και όρισε πως το κράτος κέρδιζε, αν έχανε το δολάριο έναντι του γεν και έχανε στην αντίστροφη περίπτωση.
Σύμφωνα με το προαναφερθέν αποκαλυπτικό δημοσίευμα της «κυριακάτικης δημοκρατίας», η συμφωνία εξέλαβε παράτυπα τις τιμές που είχε το γεν αναδρομικά (τιμές ανά έτος 1995-2000), τότε που το γεν εκινείτο ανοδικά έναντι του δολαρίου. Αυτή η εξόφθαλμη παρατυπία θεωρήθηκε πολιτική απόφαση. Από το ίδιο ρεπορτάζ προκύπτει ότι, όταν η Ελλάδα βρέθηκε μπροστά στις μνημονιακές αλυσίδες, συνέβη το εξής απίστευτο και πρωτοφανές: ενώ το swap είχε 30ετή διάρκεια, ο κ. Τόμσεν και ο τότε επικεφαλής της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) Ανδρέας Γεωργίου συμπεριέλαβαν στο χρέος τις ετήσιες ζημίες που είχαν προκύψει από τη συμφωνία ανταλλαγής τα πέντε πρώτα χρόνια της ισχύος της, λόγω της υποχώρησης του γεν έναντι του δολαρίου. Οι ζημιές αυτές ανέρχονταν στα 21 δισ. ευρώ και ο Δανός τεχνοκράτης του ΔΝΤ μάς υποχρέωσε να τις εξοφλήσουμε την περίοδο 2010-2014, παραβλέποντας ότι το πραγματικό αποτέλεσμα της συμφωνίας θα φανεί στη λήξη της, το 2030.
Τα δάνεια που προστίθενται και επιστρέφουν στην τρόικα
Οι δανειακές δόσεις που εισπράττει η χώρα από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM) και προστίθενται στο χρέος χρησιμοποιούνται πλέον σχεδόν αποκλειστικά για την αναχρηματοδότησή του. Δηλαδή, η Ελλάδα δανείζεται νέα ποσά κυρίως για να εξοφλήσει παλαιότερο χρέος της και τους τόκους που αναλογούν σε αυτό. Σε πολύ μικρότερο βαθμό η δανειακή βοήθεια οδεύει σε άλλες ανάγκες, όπως η αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς ιδιώτες και η δημιουργία αποθεματικού στα δημόσια ταμεία.
Το τελευταίο τρίμηνο της φετινής χρονιάς είναι το πιο... ελαφρύ σε χρηματοδοτικές ανάγκες, γεγονός που εντείνει τους φόβους για παρατεταμένες διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης, μια και δεν θα υπάρχει ως το τέλος του έτους έντονη πίεση στα κρατικά ταμεία. Συνολικά, η Ελλάδα καλείται να πληρώσει υποχρεώσεις ύψους 1,521 δισ. ευρώ την περίοδο Οκτωβρίου-Δεκεμβρίου 2016. Τον τρέχοντα μήνα θα χρειαστεί 360.000.000 ευρώ για τόκους ομολόγων που κατέχουν οι κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης και για τόκους άλλων δανείων, άλλα 492.000.000 ευρώ θα απαιτηθούν τον Νοέμβριο για την αποπληρωμή «ακούρευτων» ομολόγων και την καταβολή τόκων, ενώ τον Δεκέμβριο η χώρα καλείται να διαθέσει περίπου 669.000.000 ευρώ για «ακούρευτα» ομόλογα, τόκους και μια δόση προς το ΔΝΤ. Η εν λόγω δόση ανέρχεται στα 299.000.000 ευρώ, λήγει στις 7 Δεκεμβρίου και με αυτήν εξοφλείται το δάνειο του πρώτου Μνημονίου από το Ταμείο.
Εφόσον εκταμιευθεί η εκκρεμής υποδόση των 2,8 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 1,7 δισ. ευρώ θα διατεθούν για την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου και τα υπόλοιπα για τις ανάγκες του κράτους, εκτιμάται ότι η κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας μέχρι το τέλος του έτους είναι εφικτή ακόμα και χωρίς τη δόση των 6,1 δισ. ευρώ. Η δόση αυτή αντιστοιχεί στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης και είχε προγραμματιστεί να καταβληθεί τον Οκτώβριο. Ο επίτροπος Οικονομικών Πιερ Μοσκοβισί κάλεσε την περασμένη Τρίτη την κυβέρνηση να επιταχύνει την υλοποίηση των μνημονιακών δεσμεύσεών της, ώστε η αξιολόγηση να κλείσει τον Νοέμβριο, αλλά ο στόχος αυτός θεωρείται πολύ φιλόδοξος. Το ίδιο μήνυμα αναμένεται να στείλει και το αυριανό Eurogroup, που θα ελέγξει επίσης την υλοποίηση των προαπαιτούμενων μέτρων για τα 2,8 δισ. ευρώ.
δημοκρατία